Είχαμε ήδη σηκώσει στο πόδι
καναδυό μπαρ του νησιού πριν καταλήξουμε παραπατώντας στο τρίτο, το μικρότερο
απ’ όλα, το οποίο μας υποδέχτηκε με θορυβώδη ενθουσιασμό. Οι μπάρμεν άρχισαν να
βαράνε τις κουδούνες πάνω απο τα κεφάλια τους («σαν τον Τιτανικό») καθώς οι
νεώτερες της παρέας παρατάχθηκαν λικνιζόμενες επικίνδυνα μπροστά στη μπάρα και
περικυκλώθηκαν απο μπάκουρους με σφηνάκια στα χέρια.
Ο Αυστραλός χόρευε μόνος του
– και χόρευε πολύ καλά. Νέος και ωραίος, μαυρισμένος και γεροδεμένος, με
ξυρισμένο κεφάλι και χρυσά μάτια (αλήθεια, τα είδα την επομένη, στο φως της
ημέρας), απολάμβανε τη greek night χαζεύοντας τα κορίτσια, τα οποία έδιναν την
εντύπωση ότι ήταν έτοιμα για όλα. Δήθεν.
Εμείς (οι “πουρέϊβερ”) πίναμε
τα ποτά μας και ψιλοχορεύαμε βάζοντας τα γνωστά, νυχτερινά στοιχήματα: θα τα
κατάφερνε επιτέλους ο πέφτης ο φίλος μας με τη μικρή ή θα γύριζε πάλι μόνος του
στο δωμάτιο; Θα καταλάβαιναν τα δύο χαζά απο το δίπλα μπαρ ότι δεν είχαν
ελπίδες με τις ξανθειές ή θα συνέχιζαν να κερνάνε επι ματαίω όλη τη νύχτα; Θα
σταματούσαν να βαράνε τις κουδούνες τα χαζά αυτού του μπάρ ή θα μας βούλιαζαν
τα αυτιά; Και τι είναι αυτό το πράγμα με τις κουδούνες, τέλος πάντων; Μήπως
είναι αφροδισιακές κι έχουμε μείνει τόσο πίσω; Κι αυτός ο Αυστραλός τι ακριβώς
έκανε στη γωνία; Τόσες συνομήλικές του είχε να την πέσει, ήταν ανάγκη να
στριμώξει την παντρεμένη μητέρα της παρέας;
Ο συναγερμός μεταδόθηκε αστραπιαία
και όλοι οι αρσενικοί γνωστοί άρχισαν να
στραβοκοιτάνε τον Αυστραλό, ο οποίος χόρευε όλο και πιο έξαλλα με τη μητέρα κι
όλο και τη στρίμωχνε πιο κοντά στη γωνία. Η αλήθεια είναι ότι η φίλη μας δεν
φαινόταν καθόλου στριμωγμένη κι έτσι αποφασίσαμε να μην παρέμβουμε και να
κάνουμε αυτό που πρότεινε ο πέφτης της παρέας: “Αφήστε τη γυναίκα να ξεσαλώσει
με την ησυχία της, ρε μαλάκες!”
Την αφήσαμε. Κι ύστερα απο
λίγη ακόμα ώρα έξαλλου χορού, την είδαμε να βγαίνει με τον Αυστραλό, να
κάθονται σε τραπεζάκι έξω και να πιάνουν την κουβέντα.
“Ωχ…” είπε ο πέφτης ο φίλος
μας. “Το ρίξανε στη θεωρία…”
“Αυτό έλειπε τώρα, να γαμήσει
κι ο Αυστραλός…” είπε άλλος της παρέας.
“Με συγχωρείτε, αλλά η φίλη
σας η παντρεμένη με τα παιδιά, κερατώνει;” ρώτησε (φώναξε) μέσα στη μέση του μπάρ η μια εκ των
μικρών της ομάδας – κι εκεί αποφασίσαμε ότι παραγνωριστήκαμε με τα πιτσιρίκια
κι ίσως θα έπρεπε να πετάξουμε μερικά στη θάλασσα.
Πάνω στην ώρα, βλέπουμε τον
Αυστραλό να σηκώνεται ξαφνικά απο το ρομαντικό τραπεζάκι και να φεύγει σφαίρα
προς άγνωστη κατεύθυνση. Σηκώνεται και η φίλη μας και μας πλησιάζει
χαμογελώντας ύποπτα.
“Δυστυχώς, έκανε τη λάθος
ερώτηση…” μας είπε.
“Τι ρώτησε ο κάγκουρας;”
“Πόσων χρονών είμαι…”
Δεν τα περίμενε τα είκοσι
χρόνια διαφορά ο μικρός Αυστραλός. Του έπεσαν πολύ βαρειά μέσα στη νύχτα. Και
τα ξημερώματα, καθώς επιστρέφαμε στα δωμάτια στραβοπατώντας στα σοκάκια, τον
είδαμε να χωνεύει το όνειρό του για greek summer love παρέα με ένα πιάτο
λουκουμάδες.
ΓΚΕΛΗ ΒΟΥΡΒΟΥΛΗ
protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου